Αναδημοσίευση Γιώργος Αλεξάτος
Σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, το 1945 οι βιομήχανοι και μεγαλέμποροι, που αποτελούσαν το 2% του πληθυσμού, νέμονταν το 29,5% του πλούτου της χώρας, με το φτωχότερο 17% να περιορίζεται στο 1,2% (1).
Όπως επισημάνθηκε από τον Ντόναλντ Κόε, Αμερικανό δημοσιογράφο της «Daily Walker», ο κόσμος του Κολωνακίου «κατέχεται από έναν υστερικό φόβο για τον ΕΛΑΣ και τους Κομμουνιστές, τους οποίους χαρακτηρίζει γκάγκστερ και αναρχικούς.
“Κι όμως στο Κολωνάκι δεν είδα ούτε ένα καμένο κτίριο. Ο κόσμος μοιάζει καλοζωισμένος -σε αντίθεση με το 1.200.000 των άλλων κατοίκων της Αθήνας- και είναι φανερό πως στο διάστημα της κατοχής δεν τους έλειψε τίποτα” (2).
Τα Χριστούγεννα του 1947, όταν ο μέσος μηνιαίος μισθός ήταν 15.000 δραχμές, στα κοσμικά κέντρα της Αθήνας πλήρωνε 25.000 το άτομο, με ένα μπουκάλι κρασί να στοιχίζει 12.000 (3).
“Η διαφορά ανάμεσα στον καθημερινό Γολγοθά της μεγάλης πλειοψηφίας του πληθυσμού και τον επιδεικτικά σπάταλο τρόπο ζωής στο Κολωνάκι ήταν τόσο προκλητική, που το 1949 η κυβέρνηση απαγόρεψε τον χορό σε δημόσιους χώρους.
Αυτό όμως δεν σήμαινε ότι οι πλούσιοι έπρεπε να κλειστούν στα σπίτια τους. Η άρχουσα τάξη ταξίδευε. Σε σημείο που το πρώτο εξάμηνο του 1947, οι Έλληνες ήταν παγκοσμίως οι καλύτεροι ξένοι πελάτες της αμερικανικής αεροπορικής εταιρείας TWA» (4).
- 1. Γιώργος Σταθάκης, Το δόγμα Τρούμαν και το σχέδιο Μάρσαλ. Η ιστορία της αμερικάνικης βοήθειας στην Ελλάδα – Βιβλιόραμα, Αθήνα 2004, σ. 63-65.
- 2. «Ριζοσπάστης», 28/3/1945.
- 3. Εμμανουήλ Μαθιουδάκης, Όψεις της κοινωνικής ζωής της Αθήνας κατά την περίοδο 1944-1946: Επιβίωση, συνθήκες διαβίωσης, ταξική διαστρωμάτωση, κοινωνική διαμαρτυρία – Διπλωμ. εργασία, Πάντειο Πανεπιστήμιο, Αθήνα 2017, σ. 75.
- 4. Άγγελος Αυγουστίδης, Το ελληνικό συνδικαλιστικό κίνημα κατά τη δεκαετία του ’40 και τα περιθώρια της πολιτικής – Καστανιώτης, Αθήνα 1999, σ. 426.